ROCK HARD FESTIVAL 2025, DAY 1: HAMMERFALL, OVERKILL, INNERWISH, COBRA SPELL, GUNZI GUN LIVE REPORT

Θα σας εξομολογηθώ κάτι. Τελευταία φορά που βρέθηκα στον χώρο της τεχνόπολης για φεστιβάλ ήταν το μακρινό 2008. Παρότι οι μνήμες από την εν λόγω μέρα παραμένουν αρκετά ζωντανές παρά τα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει, ομολογώ πως θυμόμουν το χώρο αρκετά μεγαλύτερο. Εκτός και αν όντως ήταν και έχει τροποποιηθεί έκτοτε. Παρόλα αυτά, και οι δύο ημέρες του πρώτου Rock Hard Festival κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν εντυπωσιακό αριθμό κόσμου, με την δεύτερη μέρα βέβαια να κάνει την διαφορά. Ας το πάρουμε από την αρχή, Παρασκευή λοιπόν 12 του Σεπτεμβρίου.

Αρχή και “ποδαρικό” της νέας αυτής προσθήκης στα καλοκαιρινά festival της Αθήνας (ναι ακόμα καλοκαίρι είναι μέχρι τα μέσα του Σεπτεμβρίου θερμοκρασιακά) έκαναν οι Gunzi Gun. Πάντοτε δύσκολος και ολίγον τι άχαρος ο ρόλος του πρώτου συγκροτήματος, καθώς πέρα από την όποια ζέστη που εξακολουθεί να ζορίζει ακόμα και στις 5:30 το απόγευμα, η προσέλευση του κόσμου που συνήθως είναι ακόμα μικρή έρχεται διαχρονικά να προσθέσει στο όλο θέμα. Τίποτα από τα παραπάνω δεν φάνηκε βέβαια να πτοεί τους modern hard rock/metallers που έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό με περίσσια όρεξη και ενέργεια. Με δύο album στις αποσκευές τους μοιράστηκαν το υλικό τους με όσους έδωσαν το παρόν από την αρχή, ευχαριστώντας την διοργάνωση για την πρόσκληση και την εμπιστοσύνη στο πρόσωπό τους. Βασικά δεν θα μπορούσα να σκεφτώ καλύτερο ξεκίνημα για την συγκεκριμένη ημέρα.

Δεν μπορώ να κρύψω πως παρότι όσο περνούσε η ώρα και ο αριθμός των παρευρισκομένων αυξανόταν, περίμενα πως η προσέλευση θα ήταν μεγαλύτερη. Τηρώντας το πρόγραμμα, λίγο μετά τις 6, οι Cobra Spell ανέβηκαν στην σκηνή, με τον κόσμο να τους καλωσορίζει. Δεν θα κρυφτώ, το (σχεδόν) full female line up είναι χάρμα οφθαλμών και ο ήχος που έχουν επιλέξει να εκπροσωπήσουν είναι αρκετά ευχάριστος. Με ξεκάθαρες αναφορές στο heavy metal των 80’s και λίγο περισσότερο σε αυτό το πιο Turbo Lover/Ram It Down περιόδου Judas Priest μουσικά χρώμα, κέρδισαν νομίζω αρκετά την προσοχή του κόσμου, ακόμα και αυτών που ίσως δεν είχαν καμία επαφή με το υλικό τους. Σίγουρα η εμφάνιση τους όπως και οι συνθέσεις τους βοήθησαν σε αυτό, συνθέσεις κομμένες και ραμμένες για συνθήκες όπως αυτές, για festival καθώς έχουν ενέργεια, πολλές μελωδίες και χώρο για stage show και παιχνίδι με τον κόσμο.  Αν πρέπει να ξεχωρήσω κάτι είναι η πολύ δουλεμένη και πλούσια φωνή της Kris Vega. Επικοινωνιακή τόσο αυτή, όσο και η Sonia Anubis, κατάφεραν να κερδίσουν το χειροκρότημα του κόσμου.

Η διαφορά στον αριθμό των παρεβρισκομένων εδώ πραγματικά έκανε μεγάλη αίσθηση. Πράγμα διόλου τυχαίο βέβαια, δεν είναι μόνο τα 30 χρόνια παρουσίας, είναι και οι φοβερές δουλειές που έχουν κυκλοφορήσει, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια θα προσθέσω εγώ, αλλά και το πόσο καταπληκτικοί άνθρωποι είναι όλοι τους πέρα από φοβεροί μουσικοί. Ο λόγος για τους αγαπημένους μου Innerwish, που κάθε φορά που τους βλέπω ζωντανά δείχνουν να μικραίνουν όλο και περισσότερο ως προς τον ενθουσιασμό τους και την ζωντάνια τους επί σκηνής. Έχοντας έναν ομολογουμένως πολύ δυνατό καινούργιο δίσκο στα χέρια τους, δεν έχασαν την ευκαιρία να τον τιμήσουν ξεκινόντας το set τους με το Enemy Inside. Μεγάλος σύμμαχος τους ο ήχος που ήταν άψογος.Φρόντισαν φυσικά να τιμήσουν το υλικό όλης τους της πορείας μέσα στην μία ώρα που έμειναν στην σκηνή, με τον κόσμο για πρώτη φορά μέχρι εκείνη την ώρα να συμμετέχει και να ανταποκρίνεται σε κάθε κάλεσμα του Γιώργου Εικοσιπεντάκη. Απόλαυση ο Μανώλης Τσίγκος, κοινός “Γιατρός”, πραγματικά όμως, κάθε του έκφραση και μορφασμός, τα νιώθει τα κομμάτια στην ύπαρξη του και φροντίζει να το δείχνει και να το μεταδίδει αυτό. Παράδειγμα για κάθε έναν από εμάς που παίζουμε για την αγάπη του τόσο για το σχήμα του, όσο και για την ίδια την μουσική. Τεράστια μορφή φυσικά και ο Κρίκος,στιβαρός όπως πάντα, η ήρεμη δύναμη σκηνικά. Καλά για τον Φραγκίσκο είναι περιττό να πω το οτιδήποτε, μεγάλος παίχτης αυτό το παιδί, που μαζί με τον Μαζαράκη μοιράζουν σεμινάρια σωστού rhythm section. Στις 29 του Νοεβρίου θα γιορτάσουν τα 30 χρόνια τους και μας έδωσαν μια πολύ καλή προθέρμανση για το τι θα δούμε όσοι δώσουμε το παρόν.

Το highlight της ημέρας, αυτό που περίμενε ένας μεγάλος αριθμός κόσμου, ανάμεσά τους και αρκετοί φίλοι που ταξίδεψαν από την Θεσσαλονίκη, ήταν οι Overkill. Όπως λέει και ο θεάρεστος αδερφός Δημήτρης Τσοντάκης, παραδοσιακό και γνήσιο ταβερνόξυλο κυρίες και κύριοι. Το τι ξύλο έπεσε μέσα στο “νοητό” λόγω διαμόρφωσης χώρου pit δεν λέγεται. Ήρθαν, μας τσάκισαν με περίσσια άνεση και έφυγαν. Τόσο εύκολα, τόσο απλά. Επί μία ώρα σαν φρενιασμένο τρένο μας ισοπέδωσαν χωρίς σταματιμό. Δίκαση μέχρι να σβήσει ο ήλιος, thrash κιθαριστικά riff με την αλητεία που διακατέχει τους Overkill σε όλη τους την πορεία. Μια ματιά στο setlist αρκεί για να πειστεί και ο πιο διστακτικός. Πανικού αρχή με το ομότιτλο του τελευταίου φοβερού τους δίσκου Scorched, με τα Rotten To The Core και Bring Me The Night να ακολουθούν κατά ριπάς. Μέχρι και  το Deny The Cross ακούσαμε. Τρομακτική επίδοση, τρομακτική όμως, δεν ξέρω πως το κάνουν αυτές οι γενιές πλέον αυτό. Δεν είναι μόνο το άρτιο εκτελεστικό κομμάτι, που σε συγκροτήματα όπως οι Overkill αποτελεί από μόνο του κατόρθωμα σε αυτές τις υλικίες, είναι και η τρομακτική δύναμη που ξεχύνεται από την σκηνή. Καλά για τον Blitz δεν θα τολμήσω να πω κουβέντα. Σε όσους δεν αρέσει η χροιά του, ότι και να προσπαθήσω να φέρω σαν αντίλογο είναι ανούσιο, αλλά έφτυνε κάθε στίχο ο άνθρωπος σαν να ήταν παιδαρέλι, με αυτή την τραχιά τσιριχτή χαρακτηριστική του φωνάρα. Ο κόσμος δε, ομοβροντία στην ομοβροντία. Χέρια στον αέρα, και με μία φωνή, όλοι όσοι ήμασταν παρόντες απαντήσαμε στο καίριο ερώτημα του τελευταίου κομματιού με Fuck You, κάνοντας την τεχνόπολη να σειστεί. Πρώτη μου φορά τους είδα ζωντανά, και αν ήταν έτσι τώρα, δεν μπορώ να φανταστώ τις επισκέψεις τους σε παλαιότερα χρόνια. Αν με ρωτάτε, αυτοί ήταν οι πραγματικοί headliners, όχι ότι έχω κάτι με τους παρακάτω κυριούς, αλλά όπως και να το κάνουμε, ήταν μια εμφάνιση πραγματικά εκρηκτική.

Δεν μπορώ να πω πως είναι ο ήχος μου οι HammerFall, ποτέ νομίζω δεν ήταν. Ούτε τότε στις αρχές που δίσκο με τον δίσκο έχτιζαν πολύ, μα πολυ όμως πιστό κοινό. Άσχετα με το τι αρέσει στα αυτιά μου όμως, δεν γίνεται να αρνηθώ το πόσο μεγάλη θέση έχουν στην σκηνή, ούτε στο ότι αποτελούν βασιλιάδες στο κομμάτι σκηνικής παρουσίας και επαγγελματισμού. Το τίρησαν αυτό που είπαν, ήρθαν πράγματι με αν όχι φουλ, σίγουρα στο μεγαλύτερο βαθμό πλήρες σκηνικά. Φυσικά το μέγεθος της σκηνής δεν λειτούργησε τόσο εντυπωσιακά όσο η σκηνές των μεγαλύτερων festival του εξωτερικού, παρά ταύτα αυτό που είδαμε γέμιζε και κρατούσε την προσοχή σου επικεντρωμένη στα όσα διαδραματίζονταν επί σκηνής.

Τρομακτικά δουλεμένο συγκρότημα, φοβερά προσεγμένα όλα στην παραμικρή λεπτομέρεια. Από τα ομαδικά ρυθμικά a la Judas Priest χτυπήματα μέχρι της αλλαγές στους δύο “πέτρινους” πύργους που είχαν στηθεί δεξιά και αριστερά του drum kit. Δερμάτινα και πόζες που οκ, περιέχουν μια κάποια ίσως γραφικότητα αλλά από την άλλη, στο είδος αυτό νομίζω πως περνάει πολύ πιο εύκολα από ότι σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση. Βοηθάει φυσικά και το κομμάτι των συνθέσεων που έχουν αυτό το πομπώδες, arena friendly και sing along χαρακτήρα. Δεν μπορώ να αρνηθώ πως, σε πολλά από τα πιο Judas Priest vibe μουσικά κομμάτια τους, βρήκα τον εαυτό μου να εκπλήσσεται ευχάριστα. Τους πάει πολύ αυτό το ηχόχρωμα και τιμούν την όποια επιρροή τους εξαιρετικά καλά. Και μιλώντας για εξαιρετικά πράγματα, θα ήμουν τρομερά άδικος αν δεν ανέφερα πόσο καλός τραγουδιστής είναι ο Joakim Cans. Προσγειωμένος, μετρημένος, με φοβερή έκταση και δυνατότητες, παρόλα αυτά χωρίς αχρείαστες “ποζεριές” και όρεξη για επίδειξη. Και με τρομερή απόδοση και επίδοση σε όλη τους την εμφάνιση. Σε αυτό με κέρδισε πλήρως, καθώς και στο πόσο ευχάριστος είναι στην επικοινωνία του με τον κόσμο. Γνήσιος στα λόγια του, παρόλο που υπήρξαν στιγμές που το κοινό φάνηκε ολίγον μουδιασμένο ή κουρασμένο.

Όλο το συγκρότημα έδωσε τον καλύτερο του εαυτό, με τον Pontus Norgren να κλέβει λίγο περισσότερο την “παράσταση” καθ ότι μιλάμε για τεράστιο μα τεράστιο παίκτη και φυσικά την κιθάρα/σφυρί του Oscar να συμπληρώνει όλα τα στοιχεία για τα οποία είναι γνωστοί οι Hammerfall.

Όπως είπα όμως και πιο πάνω, δεν είναι ο ήχος μου, και αν υπάρχει η όποια πιθανή αίσθηση λιτότητας στις  παραπάνω γραμμές είναι καθαρά αυτό και η μη εξοικείωση μου μαζί τους . Βάζοντας αυτό στην άκρη, μιλάμε για φοβερά επαγγελματικό συγκρότημα στα πάντα. Ο κόσμος που έδωσε το παρόν για να τους τιμήσει μαρτυρά καλύτερα από εμένα την θέση που έχει στο κοινό της Ελλάδας, και τα χαμόγελα τους καθ όλη την διάρκεια της εμφάνισης τους το επισφραγίζει.

Γεμάτη μέρα, πολλά τα χρώματα, πολύς και ο κόσμος που περίμενε με υπομονή στα signing sessions όπως και στο merch. Και όλοι στο τέλος πήραν αυτό που ήθελαν και έφυγαν ευδιάθετοι, γελώντας. Κάτι πήγε πολύ σωστά.

Live Report Κωνσταντίνος Μάρης

Photos Elena Vasilaki / Rock Hard Festival

Leave a Reply

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας προσφέρει μια καλύτερη εμπειρία περιήγησης. Περιηγούμενοι σε αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies.