MAMMOTHFEST 2025 LIVE REPORT

Χωρίς υπερβολές θα πω ότι το τριήμερο του φετινού Mammothfest έχει πάρει ήδη μια θέση στην καρδιά μου ως μια από τις αξιομνημόνευτες μουσικές – και όχι μόνο – εμπειρίες που έχω ζήσει. Έχω γενικά μια αδυναμία στα φεστιβάλ που τα νιώθεις κάπως πιο “οικογενειακά”. Από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό η ατμόσφαιρα στο Soul Open Air της Θεσσαλονίκης σε έκανε να νιώθεις ότι όλοι εκεί μέσα είμαστε μια μεγάλη παρέα που ήρθαμε να περάσουμε καλά, ό,τι κι αν συμβεί.

Η 1η μέρα του φεστιβάλ ξεκίνησε με τους πιτσιρικάδες “The Pot” από τη γειτονική Βόρεια Μακεδονία να μας κάνουν ποδαρικό. Τιμιότατος βαλκανικός stoner metal ήχος που προσωπικά  απόλαυσα αρκετά ακόμα και αν δεν είμαι ο μεγαλύτερος φαν του είδους. Δυστυχώς, αν και κάπως αναμενόμενα, η προσέλευση σε αυτό το στάδιο ήταν θλιβερά χαμηλή, αλλά η καλή ατμόσφαιρα που ανέφερα προηγουμένως ήταν ήδη εκεί.

Η μέρα συνεχίστηκε με τους Kvadrat, την πρώτη ελληνική συμμετοχή του τριημέρου και εδώ ήταν που η θερμοκρασία άρχισε να ανεβαίνει και εμείς να προετοιμαζόμαστε σιγά σιγά για το “κυρίως πιάτο” της βραδιάς. Σε αυτό το σημείο να πω πως εδώ έγινε το πρώτο “crash test” για τον ήχο, ο οποίος σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του τριημέρου ήταν άψογος, με εξαίρεση κάποια διάσπαρτα φάουλ στα φωνητικά, ειδικά σε μπάντες – όπως οι Kvadrat – που είχαν δεύτερες φωνές.

Με την προσέλευση του κόσμου να αυξάνεται σταθερά, σειρά είχαν οι Mephistofeles από την Αργεντινή. Ειλικρινά δεν ήξερα τι να περιμένω εδώ, αλλά αυτό που έγινε ήταν ίσως για εμένα η ευχάριστη έκπληξη της βραδιάς. Έχω πει πολλές φορές ότι λατρεύω να γνωρίζω μπάντες σε συναυλιακό setting, και οι Mephistofeles ήταν αυτή η μπάντα για μένα. Ποτέ δεν περίμενα τόσο χρώμα και ενέργεια από μια μπάντα που θα μπορούσε να την κατατάξει κανείς στο φάσμα της stoner/doom. Πραγματικά μια απολαυστική εμφάνιση που ήταν ο ορισμός του “περνάμε καλά και αυτό βγαίνει προς τα έξω”, όπως επίσης και μια υπενθύμιση για το πώς οι εκάστοτε μουσικές κουλτούρες μπορεί να αντιλαμβάνονται το ίδιο είδος με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Όπως και να το κάνουμε, να παίζεις doom metal και να το κάνεις με κάποιο μαγικό τρόπο να ακούγεται groovy, είναι κάτι που δεν περίμενα να δω και σίγουρα θέλει ταλέντο.

Αλλά η αλήθεια είναι πώς το χρώμα αυτό θα έσβηνε σύντομα, με την καλή έννοια. Ο κόσμος πλέον έχει αυξηθεί – θα τολμήσω να πω ότι είμαστε πλέον γύρω στα 400 άτομα, αλλά δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά – και το stage του Soul καταλαμβάνουν οι Varathron. “Hegemony of Chaos”, “Tenebrous” και “Unholy Funeral” back-to-back και εμείς θα την ιδρώσουμε τη φανέλα με το καλημέρα σας. Φοβερό σετλιστ και τελετουργική εμφάνιση από τους πρωτοπώρους του ελληνικού black metal και νομίζω κανείς μας δεν περίμενε τίποτα λιγότερο.

Μετά από ένα απαραίτητο διάλειμμα για σουβλάκια ώστε να αναπληρωθούν οι θερμίδες που κάηκαν στους Varathron, σειρά παίρνουν οι Σκωτσέζοι Holocaust. Το μενού ήταν απλό, λιτό και απέριττο. Θέλετε να ακούσετε όλο το “The Nightcomers”; Η απάντηση είναι “Ναι, θέλουμε.” Γουστάραμε; Εννοείται. Μας πέταξε σε ένα εντελώς άλλο mood από αυτό που μας έβαλαν οι Varathron; Ξεκάθαρα. Ήταν το κατάλληλο ζέσταμα για τους headliners της 1ης μέρας του Mammothfest; Ναι. Ω, Θεοί, ναι.

Λίγο μετά τις 11, οι Napalm Death ανεβαίνουν στη σκηνή του Soul και από δω και πέρα το πόδι δεν φεύγει από το γκάζι. Ακολουθεί non-stop λαϊκό ταβερνόξυλο που θα ζήλευαν μέχρι και οι οπαδοί της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ στον ιστορικό τελικό κυπέλλου στο Πανθεσσαλικό. Επί 90 λεπτά, κορμιά απλά εκτοξεύονται προς πάσα κατεύθυνση. Τελικά, ίσως η θεραπεία για την κατάθλιψη να είναι μια γεμάτη αγκωνιά στο σαγόνι. Ή ίσως και όχι. Πάντως εγώ την έφαγα και την ευχαριστήθηκα. Και με ιδιαίτερη χαρά θα πω πως ο νούμερο ένα κανόνας του mosh pit καλά κρατεί: Επιτρέπεται να πέσεις. Επιβάλλεται να σε σηκώσουν. Εύγε καμάρια μου.

Ξημερώνει Σάββατο και με αρκετούς σπόνδυλους ακόμα να βρίσκονται σε λάθος θέση καταφθάνω από τις 17:00 στο Soul με το σκεπτικό ότι δεν θα τεντώσω άλλο το κορμάκι μου μέχρι τουλάχιστον τους Rhapsody και ότι θα κάτσω χαλαρά να απολαύσω τη συναυλία με το μπυράκι μου.

“Κούνια που σε κούναγε μικρέ”, μου είπαν με την ενέργεια τους οι Leatherhead με το που αντικρύζω το stage. Τα παλικάρια από την εξωτική Λάρισσα ήρθαν με ανεβασμένο… ηθικό και εκτόξευσαν το θερμόμετρο με το καλημέρα. “Φάε λίγο θεσσαλικό speed metal να ξυπνήσεις γιατί σα να μην έφαγες το πρωινό σου σήμερα”. Και όντως, με έναν καφέ ήμουν. Λάθος μου, ομολογώ. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρω πως όλες οι ελληνικές μπάντες του τριημέρου ήταν σημαντικά πιο ενθουσιώδεις σε σύγκριση με τις μπάντες του εξωτερικού πλην ελαχίστων εξαιρέσεων όπως οι Rhapsody και οι Mephistofeles. Τα συμπεράσματα δικά σας, εγώ απλά το αναφέρω ως προσωπική παρατήρηση.

Και εκεί που λέω ότι θα πάρω τελικά μια ανάσα να έρθω να στα ίσια μου, ανεβαίνουν στη σκηνή στα καπάκια οι Black Soul Horde και κάπου εκεί αποδέχομαι τη μοίρα μου ότι δεν θα τη βγάλω καθαρή. Με διαφορά η έκπληξη της ημέρας και εύκολα ένα από τα πιο άψογα performances όλου του τριημέρου. Είχα ήδη βραχνιάσει στην υπερκομματάρα που ακούει στον τίτλο “Beware The Deep” μέχρι τα πνευμόνια μου να σφυρίξουν λήξη στο “Death’s Parade”. Όσοι δεν τους ξέρετε, κάντε μια χάρη στον εαυτό να τους μάθετε. Όπως σωστά φώναξε στο κοινό ένας φίλος από Αλεξανδρούπολη, “Πάμε ρε, King Diamond της Ελλάδας”.

Σειρά είχαν οι Vigilhunter, οι πρώτοι Ιταλοί της βραδιάς. Εδώ η αλήθεια είναι ότι για εμένα η μέρα άρχισε να κάνει μια μικρή κοιλιά. Γνώρισα πάρα πολλούς θαμώνες για τους οποίους οι Vigilhunter ήταν μπάντα κίνητρο για να έρθουν στο Mammothfest, αλλά δυστυχώς δε μπορώ να πω ότι μοιράζομαι τα λεπτά τους συναισθήματα. Οφείλω να πω πάντως πως το Σάββατο ήταν σίγουρα η πιο “σφιχτή” μέρα από άποψη είδους και σαφώς μια μέρα που κυρίως καλούσε τους πιο “βετεράνους” της μέταλ κοινότητας. Αλλά οκ, τι να κάνουμε. Κάποιοι είμαστε φτωχοί πλην τίμιοι γκοθομορφονιοί. Σχωράτε με. Ή μάλλον, σκουζάτε μι.

Η βραδιά συνεχίστηκε με μια ολιγόλεπτη διακοπή ρεύματος που ευτυχώς δεν ήταν ανησυχητική, πριν ακολουθήσουν επί σκηνής οι Γερμανοί “The Night Eternal”. Έχοντας πρόσφατα ακούσει το άλμπουμ “Fatale” του 2023, έχω να πω ότι περίμενα μια πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα από τη συγκεκριμένη μπάντα. Αλλά σίγουρα πολλές φορές είναι εντελώς διαφορετική η εντύπωση που διαμορφώνεις ακούγοντας απλά ένα άλμπουμ, σε σύγκριση με το να δεις την εν λόγω μπάντα μπροστά σου. Μπορεί να μην ήταν αυτό που – ίσως εσφαλμένα – περίμενα, αλλά σε κάθε περίπτωση οι Γερμανοί μας έδωσαν μια τιμιότατη εμφάνιση με ωραίο σετλιστ.

Η ώρα όμως που όλοι – ή τουλάχιστον οι περισσότεροι μας – περιμέναμε, έφτασε. Οι Rhapsody κατέφθασαν στην σκηνή το “The Dark Secret” και η παρουσία τους ήταν επιβλητική από την αρχή μέχρι το τέλος. Μαγικό σετλιστ, από το οποίο φυσικά δεν έλειπε και φόρος τιμής στον τεράστιο Christopher Lee, καθώς είχαμε την τύχη να ακούσουμε “Magic Of The Wizard’s Dream”. Τα υπόλοιπα δεν χρειάζονται σχολιασμό καθώς είναι περιττό να αναφέρω το πανηγύρι που στήθηκε κατά τη διάρκεια του “Rain of Fury” και την εκπληκτική ατμόσφαιρα στο “Dawn Of Victory”. Κάπου εκεί στο ενδιάμεσο, οι λίγοι τυχεροί που ακόμα καταφέραν να κρατάνε ακόμα ποτό στα χέρια τους – δηλαδή εγώ και ο ηχολήπτης – είχαν την χαρά να τα τσουγκρίσουν με τον Giacomo, ο οποίος έχω να πω ότι είχε φοβερή αλληλεπίδραση με το κοινό σε κάθε ευκαιρία. Πραγματικά απολαυστική εμφάνιση, που προσωπικά θα θυμάμαι για καιρό.

Και κάπως έτσι φτάνουμε στους headliners Virgin Steele. Σας παρακαλώ, μην με κάψετε στον πάσαλο, αλλά ρε παιδιά όσο και να προσπαθώ, αυτή η αμερικανική σχολή του κλασσικού heavy δεν μου μίλησε ποτέ στην ψυχούλα. Όχι ότι ήταν κακό το performance των Virgin Steele, για να μην παρεξηγηθώ, εξαιρετικοί ήταν. Απλά όπως και να το κάνουμε, είμαστε φαν του Ευρωπαϊκού κινηματογράφου. Να σημειωθεί βέβαια, για την ιστορία, πως επάξια μπορούν να θεωρηθούν οι headliners όλου του τριημέρου, καθώς ήταν η μοναδική μπάντα που κέρασε encore. Γεμάτη setlist, χορταστική εμφάνιση, με τα “The Wine of Violence” και “The Burning Of Rome” να είναι τα προσωπικά μου highlights.

Ξημερώνει Κυριακή και για ορεκτικό έχουμε άλλη μια ελληνική μπάντα, που η Σίσσυ Φανουράκη είχε τη χαρά να φιλοξενήσει την προηγούμενη σεζόν στο Twisted Tranzistor, τους Calyces. Όπως ανέφερα και πριν, για άλλη μια φορά ο ενθουσιασμός και η ενέργεια των ελληνικών μπαντών ήταν μπόλικη και αυτό που ακριβώς χρειαζόμαστε από τις μπάντες που ανοίγουν ένα φεστιβάλ. Δυστυχώς – και μεγάλο δυστυχώς – ήταν η μοναδική εμφάνιση που ο ήχος στα φωνητικά θα μπορούσε – και θα έπρεπε – να είναι πολύ καλύτερος. Στα θετικά της υπόθεσης βέβαια, να πω ότι αυτό ήταν το μοναδικό “τρανταχτό” φάουλ του τριημέρου, οπότε μικρό το κακό, αλλά σε κάθε περίπτωση έπρεπε να το αναφέρω.

Αλλά! Σταματήστε ό,τι κάνετε και ξεχάστε ό,τι γράφτηκε. Τίποτα δεν έχει σημασία μπροστά σε αυτό που αντικρύσαμε λίγο μετά τους Calyces. Κατά την ταπεινή μου άποψη και γούστο, αν υπήρξε μια εμφάνιση στο τριήμερο που απλά με άφησε με το στόμα ανοιχτό – ισάξια των Ούγγρων “Thy Catafalque” στο Mammothfest του 2024 – ήταν αυτοί των Άγγλων “Five The Hierophant”. Η ατμόσφαιρα ξαφνικά μύρησε λιβάνι – κυριολεκτικά – και αυτό που ακολούθησε ήταν μια σεμνή τελετή από άλλο πλανήτη. Κάντε μια χάρη στον εαυτό σας και τρέχτε αμέσως να ακούσετε το “Moon Over Ziggurat” και ίσως πάρετε μια γεύση από αυτό που βιώσαμε στο Soul την Κυριακή. Μια απλή υπενθύμιση, ότι όσο και αν χτυπιούνται οι Σκανδιναβοί, βασίλισσα της μέταλ θα είναι δικαιωματικά η Αγγλία και δύσκολα θα εκθρονιστεί. Οι “Five The Hierophant” ήρθαν, είδαν, δεν είπαν ούτε καλησπέρα, μας κέρασαν ήχους από το υπερπέραν και εμείς ακόμα κοιτάμε από τα μπαλκόνια μας για να δούμε αν όντως υπάρχουμε.

Όσο στο κεφάλι μας συνέχιζε να υπάρχει η ηχώ ενός σαξόφωνου, σειρά στη σκηνή έπαιρναν οι Θεσσαλονικείς “The Temple” και κάπου εδώ για κάποιο λόγο έχω την εντύπωση ότι έγινε ένα από τα παράδοξα του φεστιβάλ. Ενώ έχει ήδη μαζευτεί αρκετός κόσμος, και με τους The Temple να έχουν ετοιμάσει ένα άκρως ατμοσφαιρικό σετλιστ, ήταν ίσως η μοναδική στιγμή του τριημέρου που ο κόσμος ήταν “απών”. Πραγματικά ψάχνω τα λόγια να το περιγράψω και δεν τα βρίσκω. Ήταν ξαφνικά σαν να αποφάσισε το μισό venue να πάει για σουβλάκια και όσοι έμειναν μέσα έφαγαν ταυτόχρονο ptsd από τις εποχές της καραντίνας και κρατούσαν social distancing.

Να πούμε εδώ βέβαια μια λεπτομέρεια που μάλλον είναι σημαντική, γιατί από όσο έμαθα από τον φίλτατο Ραζβάν πολλές πτήσεις που έφευγαν εκείνο το βράδυ μετακινήθηκαν από 2 έως και 4 ώρες ΝΩΡΙΤΕΡΑ, λόγω της επικείμενης καταιγίδας, οπότε ίσως αυτό να έπαιξε κάποιο ρόλο. Σε κάθε περίπτωση, εκεί που θέλω να καταλήξω είναι ότι για λίγη ώρα το Soul φάνηκε να “αδειάζει” απότομα, με τους The Temple παρ’όλα αυτά να μας δίνουν όπως είπα μια τιμιότατη και άκρως ατμοσφαιρική εμφάνιση.

Αυτό το άδειασμα δεν κράτησε πολύ, γιατί ακολουθούσαν οι Tribulation. Για όσους τους είδαν και πριν από λίγες μέρες πριν το Mammothfest, πραγματικά νομίζω τα λόγια είναι περιττά. Σαφώς πάνω κάτω το ίδιο σετλιστ με αυτή του Temple, με μερικές περικοπές, αλλά η ατμόσφαιρα να είναι σκοτεινά ρομαντική και ρομαντικά σκοτεινή. Η αρχή έγινε με το “The Unrelenting Choir” και προσωπικά μου highlights το “Hamartia” και φυσικά η απίστευτή κομματάρα από το τελευταίο τους άλμπουμ που ακούει στον τίτλο “Murder In Red”.

Βέβαια, εδώ έχω να κάνω ένα μικρό παράπονο, για το οποίο δεν ευθύνονται φυσικά οι Tribulation, αλλά στα δικά μου αυτάκια δεν έβγαζε καμία λογική. Headliners της βραδιάς όπως όλοι ξέρουμε, είναι οι Tiamat. Θα περίμενε κανείς οπότε Tribulation και Tiamat να είναι back-to-back για να χαρούμε και εμείς οι γκοθομορφονιοί που γελάει το χειλάκι μας σε αυτή την πόλη “once in a blue moon” που λένε και στο χωριό μου, αλλά όχι. Για κάποιο περίεργο λόγο, αντί στα καπάκια να μας καλησπερίσει ο πρώην συντοπίτης Γιαννάκης Έντλουντ, σειρά στη σκηνή είχαν οι Καναδοί “Riot City”. Τα είπα και πριν για τους Virgin Steele, μην τα ξαναλέω, αυτή η σχολή δεν ήταν ποτέ “my cup of tea” που επίσης λένε στο χωριό μου. Αλλά στην προκείμενη περίπτωση, είναι λίγο κωμικό να βλέπεις μια μπάντα με στοιχεία Judas Priest, να κάνει perform μπροστά σε ένα κοινό που τιμάει την καμπαρντίνα του Hugh Jackman στο Van Helsing και τον κορσέ της Kate Beckinsale στο Underworld. Αλλά οκ, αν εξαιρέσουμε το “σαν τη μύγα μες το γάλα” της υπόθεσης, οι “Riot City” έδωσαν ένα εξαιρετικό σόου και πιθανότατα αν ήταν στο line-up του Σαββάτου να τους είχα εκτιμήσει πολύ περισσότερο.

Και φτάνουμε επιτέλους στην τελετή λήξης και τους Tiamat. Θα ομολογήσω ότι έμεινα με κάπως αμφιλεγόμενα συναισθήματα, αλλά σε εκείνο το σημείο ίσως να ευθυνόταν και το γεγονός ότι οι αντοχές μου είχαν αρχίσει να καταρρέουν. Για όλα τα καλά που έχω να πω, νιώθω ότι στο μυαλό μου υπάρχει ένα “αλλά” που ακόμα επεξεργάζομαι. Το σέτλιστ ήταν καλό, με μπόλικη έμφαση στο “Wildhoney”, αλλά μου άφησε μια αίσθηση ότι κάτι έλειπε. – σίγουρα το “Brighter Than The Sun” – Από τη μία η ενέργεια που έπαιρνα ήταν αυτό που περίμενα, από την άλλη ένιωθα στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι κάτι δεν μου κάθεται καλά. Τη μια στιγμή ο Γιαννάκης ήταν αυτός που ξέρουμε και αγαπάμε, την αμέσως επόμενη σε έβαζε σε σκέψεις μήπως ήπιε 2-3 μπυράκια παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Υπάρχουν μάλιστα μαρτυρίες που λένε ότι σε κάποια φάση ξεχάσαμε στίχους και χρειαστήκαμε “σκονάκι”. Δεν υπέπεσε κάτι τέτοιο στην αντίληψη μου, οπότε δεν το επικυρώνω σε καμία περίπτωση, αλλά από την άλλη δεν θα μου έκανε καμία εντύπωση να συνέβη όντως.

Για να συνοψίσω, θα αναφέρω ξανά αυτό που είπα και στην αρχή. Το φετινό Mammothfest θα μου μείνει αξέχαστο για πάρα πολλούς λόγους και πραγματικά ανυπομονώ να δω τι θα γίνει του χρόνου. Γνώρισα μερικούς υπέροχους ανθρώπους και είδα μπάντες που με άφησαν με το στόμα ανοιχτό, σε ένα φεστιβάλ που όπως είπα ακόμα νιώθει κάπως “οικογενειακό” αλλά σίγουρα αξίζει πολύ μεγαλύτερη προσοχή από το κοινό. Η οργάνωση όπως και πέρσι ήταν άψογη, αστοχίες σαφώς και υπήρχαν, αλλά η συνολική εμπειρία είναι κάτι που σας προσκαλώ από τώρα να έρθετε να βιώσετε του χρόνου.

Μέχρι τότε, φιλιά στα μούτρα και τσακιστείτε να ακούσετε “Five The Hierophant” και “Black Soul Horde”.

 

Live Report Δημήτρης Τσοντάκης

 

Leave a Reply

This website uses cookies to provide you with a better browsing experience. By browsing this website, you agree to the use of cookies.